Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2017

Το Ιστορικό της εγκατάστασης των Αμερικανικών Βάσεων στην Ελλάδα.

Ψάχνοντας στο κιτρινισμένο από τον χρόνο αρχείο μου ανέσυρα ένα φάκελο που είχε τίτλο «ΕΔΩ ΒΑΣΕΙΣ». 

Ξεφυλλίζοντας σελίδα -σελίδα τις ανακοινώσεις του Συλλόγου μας (ΣΕΔΗΠΑ) – Σύλλογος Εργαζομένων για τις Δυνάμεις των ΗΠΑ, αποκόμματα εφημερίδων, έγγραφα από τα διάφορα γραφεία των Αμερικανών επίσημα και μη, αποφάσεις υπουργείων, ξεπήδησαν οι φιγούρες όλων των συναδέλφων που επί δέκα χρόνια αγωνιζόμασταν μαζί στις Αμερικάνικες Βάσεις του Ελληνικού, των Γουρνών Ηρακλείου Κρήτης, της Ν. Μάκρης, για την ικανοποίηση των αιτημάτων μας.
Αγώνες μαζικοί, δυναμικοί ενάντια σε ένα σκληρό και στυγνό εργοδότη, τους Αμερικάνους. 
Πριν ξεκινήσω να ξετυλίγω το κουβάρι των γεγονότων 

Στις 24 Φεβρουαρίου 1947 η Βρετανία κάνει σαφές μέσω του πρεσβευτή της στην Ουάσινγκτον πως δεν μπορεί να στηρίζει την ελληνική κυβέρνηση και το θρόνο. ΄Ετσι η Αμερική αναλαμβάνει την «προστασία» της Ελλάδας. Με το δόγμα «Τρούμαν» επισημοποιείται η αμερικανική εμπλοκή σε Ελλάδα και Τουρκία και όπως εξηγεί ο ίδιος ο Τρούμαν στο Κογκρέσο πως παρά το γεγονός ότι δεν πρόκειται για τέλειες δημοκρατίες, οι χώρες αυτές έχουν τεράστια στρατηγική σημασία και αποτελούν τις πύλες για τη Μαύρη Θάλασσα και την ΕΣΣΔ.
Στις 4 Απριλίου 1949 οι υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ, της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, του Βελγίου, του Καναδά, της Δανίας, της Ισλανδίας, του Λουξεμβούργου, της Νορβηγίας, της Ολλανδίας και της Πορτογαλίας στην Ουάσινγκτον υπογράφουν το Σύμφωνο του Βορείου Ατλαντικού Συμφώνου και ιδρύουν το ΝΑΤΟ.
Το Φεβρουάριο του 1952 η κυβέρνηση Πλαστήρα-Βενιζέλου προχωρεί στην ένταξη της χώρας μας στο ΝΑΤΟ και η Ελληνική Βουλή την κυρώνει με νόμο.
Εν συνεχεία η κυβέρνηση Πλαστήρα-Βενιζέλου, το 1952 αποδέχεται την παραχώρηση στις ΗΠΑ αεροπορικών βάσεων, αλλά το σχέδιο συμφωνίας δεν υπογράφεται λόγω εκλογών.
Ένα χρόνο αργότερα, στις 12 Οκτωβρίου 1953, η νέα κυβέρνηση του «Ελληνικού Συναγερμού» υπό τον Αλέξανδρο Παπάγο υπογράφει την πρώτη ελληνοαμερικανική συμφωνία και κυρώθηκε με το Νόμο 2733/53, στην οποία αναφέρονται τα εξής:
«Η Ελληνική Κυβέρνηση παρέχει στρατιωτικές «διευκολύνσεις» στις ΗΠΑ, με τις προϋποθέσεις και τους όρους που καθορίζονται σ’ αυτή τη Συμφωνία και με βάση τις τεχνικές συνεννοήσεις μεταξύ των αρμοδίων Αρχών των δύο Κυβερνήσεων. Εξουσιοδοτεί την Κυβέρνηση των ΗΠΑ να χρησιμοποιεί δρόμους, σιδηροδρομικές γραμμές και χώρους και να κατασκευάζει, αναπτύσσει, χρησιμοποιεί και θέτει σε λειτουργία στρατιωτικά και βοηθητικά έργα στην Ελλάδα, που οι αρμόδιες Αρχές των δύο Κυβερνήσεων θα θεωρούσαν κατά καιρούς ως αναγκαία για την εφαρμογή ή την προαγωγή σχεδίων του ΝΑΤΟ, που έχουν εγκριθεί. Η κατασκευή, ανάπτυξη και θέση σε λειτουργία τέτοιων έργων θα είναι σύμφωνες προς συστάσεις, τύπους και οδηγίες του ΝΑΤΟ, όπου μπορούν αυτές να εφαρμοστούν. Για χάρη του σκοπού αυτής της Συμφωνίας και σύμφωνα με τις τεχνικές συνεννοήσεις ανάμεσα στις Αρχές των δύο Κυβερνήσεων, η Κυβέρνηση των ΗΠΑ μπορεί να φέρει, εγκαθιστά και στεγάζει στην Ελλάδα προσωπικό των ΗΠΑ. Οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ και το υλικό που είναι στον έλεγχό τους μπορούν να μπαίνουν, βγαίνουν, κυκλοφορούν, πετάνε ελεύθερα πάνω από την Ελλάδα και τα χωρικά της ύδατα, με την επιφύλαξη οποιασδήποτε τεχνικής συνεννόησης μεταξύ των αρμοδίων Αρχών των δύο Κυβερνήσεων. Οι ενέργειες αυτές απαλλάσσονται από οποιαδήποτε τέλη, δικαιώματα και φόρους. Για όσες ελληνικές στρατιωτικές βιομηχανίες διαπιστώνουν ότι μπορούν ν' αποτελέσουν κίνδυνο για τα συμφέροντά τους, είτε δεν επιτρέπουν την ίδρυσή τους είτε επιδιώκουν το κλείσιμό τους, με τη συναίνεση φυσικά της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, όπως πρόσφατα συνέβη με τη «Στάγιερ - Ελλάς».
Για τους ξένους που υπηρετούν στις βάσεις έχει δημιουργηθεί ένα καθεστώς διακρίσεων και προνομίων (ετεροδικία, ραδιοφωνικοί σταθμοί, αφορολόγητα είδη, μαγαζιά δικά τους κλπ) που υπογραμμίζει την κυριαρχία και την υπεροχή της ξένης υπερδύναμης από κάθε άποψη (στρατιωτική, πολιτική, οικονομική, πολιτιστική κλπ. Ο έλεγχος της δράσης των βάσεων από την ελληνική πλευρά είναι πρακτικά αδύνατος. Η τοποθέτηση Έλληνα «διοικητή» (επί Ν.Δ.) ή «αντιπροσώπου» (επί ΠΑΣΟΚ) στις βάσεις των ΗΠΑ είναι πρόσχημα για να εξωραϊσθεί το καθεστώς της εξάρτησης. Χαρακτηριστικό της σοβαρότητας και των αρμοδιοτήτων του «αντιπροσώπου» είναι το παράδειγμα της βάσης της Ν. Μάκρης, όπου ο Έλληνας «αντιπρόσωπος» (πλοίαρχος Κοντογεώργης) επισκέφθηκε τη βάση μόνο μια φορά όλο το χρόνο (1984), στην εθνική γιορτή της 28ης Οκτώβρη. Το ξένο προσωπικό των βάσεων δεν αφήνει χρήματα στον τόπο. Τα μαγαζιά με τα αφορολόγητα είδη, που έχουν αποκλειστικά γι' αυτούς, δεν υπόκεινται σε κανένα έλεγχο από τις ελληνικές αρχές, τροφοδοτούν μεγάλα κυκλώματα λαθρεμπορίου κι έχουν εισάγει ήθη ξένα με τα ελληνικά (διαφθορά, ναρκωτικά κλπ).»
Τέσσερα είναι τα μεγαλύτερα συγκροτήματα βάσεων της Νέας Μάκρης, της Σούδας, του Ελληνικού και του Ηρακλείου Κρήτης, που έχουν πολλαπλές στρατιωτικές λειτουργίες το καθένα (ναυτική, αεροπορική, επικοινωνιών κ.λ.π.). Συνδέονται με άλλες βάσεις σε άλλες χώρες (Ιταλία. Ισπανία, Τουρκία, Δ. Γερμανία, κατευθείαν με τις ΗΠΑ και τον 6ο στόλο στη Μεσόγειο. Μερικά συγκροτήματα περιλαμβάνουν τμήματα εγκαταστάσεων και λειτουργιών του ΝΑΤΟ (πχ. Σούδα), που όμως και σ' αυτές τον έλεγχο έχουν οι ΗΠΑ κι εξυπηρετούν και τις στρατιωτικές και τις πολιτικές επιδιώξεις τoυς.
Εκτός από τα τέσσερα κύρια συγκροτήματα υπήρχε διάσπαρτο σ' όλη τη χώρα ένα δίκτυο μικρών και μεγάλων στρατιωτικών εγκαταστάσεων σ' όλα σχεδόν τα στρατιωτικής σημασίας σημεία, π.χ. κομβικοί σταθμοί τηλεπικοινωνιακού δικτύου μέσω δορυφόρου, σταθμοί ηλεκτρονικής και τηλεπικοινωνιακής παρακολούθησης, σταθμοί δικτύων αεράμυνας, αεροδρόμιο, πεδία βολής, εγκαταστάσεις ανεφοδιασμού, σταθμοί ραντάρ κλπ. Στον Άραξο (δεύτερη στον κόσμο σε πυρηνικές κεφαλές) στο όρος Πατέρας (Μέγαρα), στην Πάρνηθα, στο Χορτιάτη, στο όρος Έδερι (Λασήθι), στην Εγκλουβή (Λευκάδα), στο Άκτιο, στην Κέρκυρα (στους Αυλιώτες, στα νησιά Οθωνοί και στην Παλαιοκαστρίτσα) , στη Λακωνία (στη Νεάπολη και στην Ελαφόνησο), στις Κυκλάδες (στη Σαντορίνη), στο όρος Aίνoς της Κεφαλονιάς, στον Ταΰγετο, στον Υμηττό, στον Ίσμαρο (Ροδόπη), στο Βίτσι, στο Πήλιο, στη Λάρισα, στη Δράμα, στα Γιαννιτσά, στο Λαγκαδά.
Μέχρι το 1974 η συμφωνία των Βάσεων τροποποιείται 4 φορές, όσον αφορά τους γεωγραφικούς χώρους εγκατάστασης τους. Μετά τη μεταπολίτευση του 1974 τα κείμενα των συμφωνιών που δίνονται στη δημοσιότητα εκσυγχρονίζονται, σε μια προσπάθεια εξαπάτησης του λαϊκού κινήματος που αρχίζει να αναπτύσσεται μετά την 7χρονη δικτατορία και την προδοσία της Κύπρου. Η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή επανεξετάζει τις συμφωνίες. Αρχίζουν διαπραγματεύσεις και στις 9/4/75 σε κοινή δήλωση Ελλάδας - ΗΠΑ ανακοινώνεται συμφωνία συζητήσεων στα παρακάτω θέματα: - Κατάργηση λιμενικών ευκολιών (ελλιμενισμός 6ου στόλου κλπ) - Κατάργηση βάσης Ελληνικού. - Αναθεώρηση νομικού καθεστώτος, όσον αφορά τους Έλληνες εργαζόμενους στις στρατιωτικές βάσεις. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται και στις 15/4/76 υπογράφεται συμφωνία των υπουργών εξωτερικών Μπίτσιου και Κίσσιγκερ πoυ προβλέπει : - «Ελληνοποίηση»-. Έλληνας διοικητής στις βάσεις. Κοινοποίηση στρατιωτικών πληροφοριών και στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις από τις βάσεις. - Διάρκεια συμφωνίας 4 χρόνια και χορήγηση «βοήθειας» (όχι δωρεάν) 700 εκατομμύρια δολάρια.
Το 1980, αφού είχαν περάσει τρία «νεκρά» χρόνια από τη μονογράφηση του σχεδίου νέας συμφωνίας, άρχισαν νέες συνομιλίες για το καθεστώς των βάσεων στην Ελλάδα, ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και στην κυβέρνηση της ΝΔ με πρωθυπουργό τον Γ. Ράλλη. Οι Αμερικανοί υποβάλλουν νέο σχέδιο, το οποίο η Αθήνα απορρίπτει. Αντιπροτείνεται ελληνικό αντισχέδιο, αλλά ήδη, από τις αρχές του 1981, καθώς οι εκλογές πλησιάζουν, οι Αμερικανοί κάνουν σαφές ότι δε θέλουν να υπογράψουν συμφωνία με την κυβέρνηση Ράλλη. Οδηγούν τις διαπραγματεύσεις σε ναυάγιο στις 18 του Ιούνη. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ το λέει σχεδόν καθαρά τότε: Θέλουμε να διαπραγματευτούμε με τη νέα κυβέρνηση, που δεν πιστεύουμε ότι θα είναι κυβέρνηση ΝΔ...
Οι συνομιλίες σταματούν στις 18/6/81 με πρωτοβουλία των ΗΠΑ, εν όψει των βουλευτικών εκλογών στις 18/6/81. ΟΙ ΗΠΑ θέλουν η νέα συμφωνία να υπογραφεί από το ΠΑΣΟΚ, για να είναι δύσκολο να αμφισβητηθεί από τον ελληνικό λαό, επειδή θα στηριζόταν στο σύνολο σχεδόν των πολιτικών δυνάμεων. Μέχρι τότε είχαν συμφωνηθεί τα παρακάτω: - Περιορισμός των αρμοδιοτήτων των βάσεων στα πλαίσια του ΝΑΤΟ. Εφαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας για τους Έλληνες εργαζόμενους στις βάσεις. - Διατήρηση ισορροπίας στρατιωτικών δυνάμεων στο Αιγαίο (χωρίς αναφορά στην αναλογία 7:10).
Μετά τις βουλευτικές εκλογές της 18/10/81 αρχίζουν μαραθώνιες συνομιλίες μεταξύ του Έλληνα υφυπουργού εσωτερικών Γ. Καψή και του Αμερικανού διπλωμάτη - διαπραγματευτή Μπαρτόλομιου, που καταλήγουν στην υπογραφή συμφωνίας στις 8/9/83.(Πλήρες κείμενο βρίσκεται στο αρχείο μου). Τα διάφορα σημεία της συμφωνίας δε διαφέρουν ουσιαστικά απ' αυτά που διαπραγματευόταν η Ν.Δ. Ορισμένα είναι και χειρότερα. Αφορούν τα εξής: -Έλεγχος της δραστηριότητας των βάσεων , ώστε να μη χρησιμοποιηθούν εναντίον φιλικών χωρών (όπως αναφέρθηκε προηγούμενα αυτό είναι πρακτικά αδύνατο). - Τοποθέτηση Έλληνα «αντιπροσώπου» σε αντιστοιχία με το διοικητή που περιείχαν οι προηγούμενες συμφωνίες και ο οποίος θα διοικεί και θα ελέγχει μόνο το ελληνικό προσωπικό που εργάζεται στις βάσεις. Εννοείται ότι σε όσες βάσεις δεν εργάζεται ελληνικό προσωπικό δεν τοποθετείται «αντιπρόσωπος». (Φυσικά αυτό μόνο για τις εντυπώσεις).- Και αυτό το γνωρίσαμε πολύ καλά σαν εργαζόμενοι στις βάσεις. -Εφαρμογή της ελληνικής νομοθεσiας για τους εργαζόμενους στις βάσεις. – Πάγιο αίτημα των απεργιών των εργαζομένων (Σημείο που μονότονα επαναλαμβάνεται σε όλες τις μέχρι σήμερα συμφωνίες, παρ' όλο που συστηματικά παραβιάζεται από τους Αμερικανούς χωρίς καμία κυβέρνηση ποτέ ν' απαιτήσει και να επιβάλει την τήρησή του) . Διατήρηση ισορροπίας στρατιωτικών δυνάμεων στο Αιγαίο, χωρίς να γίνεται αναφορά στην αναλογία 7:10, αποτελεί ένα σημείο επανάληψης προηγούμενων συμφωνιών με σκόπιμη ασάφεια.
Νέο στοιχείο στο κείμενο της συμφωνίας είναι η 5χρονη ισχύς της σε συνδυασμό με γραπτή προειδοποίηση (!!) που απαιτείται από κάθε μέρος και που πρέπει να δοθεί πέντε μήνες πριν την ημερομηνία λήξης της καθώς και 17μηνη προθεσμία απομάκρυνσης προσωπικού και υλικών, αφού επέλθει ο τερματισμός της συμφωνίας. Σημειώνουμε ότι την ίδια εποχή είχαν υπογραφεί ανάλογες συμφωνίες των ΗΠΑ με Ισπανία για 5 και Φιλιππίνες για 6 χρόνια.
Χαρακτηριστικό του νέου κειμένου της συμφωνίας είναι ότι δε δίνεται στη δημοσιότητα ταυτόχρονα στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ, αλλά με διαφορά μερικών ημερών δίνεται πρώτα στην ελληνική γλώσσα, για να προλάβει να δημιουργήσει εντυπώσεις. Το αμερικανικό κείμενο που ακολουθεί περιέχει τον όρο «ΤΕRΜΙΝΑΒLΕ» (χρόνος δυνητικός), δηλ. δυνατόν να επέλθει τερματισμός της συμφωνίας. Το Υπουργείο Εξωτερικών στο ελληνικό κείμενο μεταφράζει «η συμφωνία τερματίζεται». Τη δημοσιότητα του κειμένου ακολουθούν θεαματικές δηλώσεις του Πρωθυπουργού Α. Παπανδρέου και άλλων αρμοδίων (μαζικά μέσα ενημέρωσης κλπ), ότι είναι συμφωνία απομάκρυνσης των βάσεων και ότι απομακρύνονται σε πέντε χρόνια. Η πραγματική διάρκεια της συμφωνίας είναι μέχρι 31/5/1990 (έναρξη ισχύος 1/1/1984, συν 5 χρόνια, συν 17 μήνες, συν 5 μήνες), δηλ. περίπου 8,5 χρόνια από τις εκλογές στις 18/10/81 και αφού μεσολαβούν δύο ακόμα περίοδοι βουλευτικών εκλογών, χρόνος αρκετός για σχεδιασμό πολιτικών εξελίξεων.
Στη Βουλή ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίζει τη συμφωνία «ορόσημο - καμπή στη νεώτερη ιστορία του έθνους, κλείνει το κεφάλαιο που άρχισε με τη συμφωνία του 1953 και ανοίγει ο δρόμος προς την εθνική ανεξαρτησία». Η ΝΔ, με αρχηγό τότε τον Ε. Αβέρωφ, ψηφίζει πανηγυρικά τη συμφωνία. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος τότε της ΝΔ Κ. Μητσοτάκης δηλώνει στη Βουλή : «Η συμφωνία που ψηφίζουμε σήμερα αποτελεί θετικό και χρήσιμο βήμα, η κυβέρνηση θα έχει αμέριστη και πλήρη τη συμπαράστασή μας, η συμφωνία αποτελεί κατευθυντήρια γραμμή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής που το κόμμα μας πάντα είχε ακολουθήσει και ακολουθεί και σήμερα η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ».
Φεύγουν οι βάσεις που μένουν...
Η διακήρυξη της κυβερνητικής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ έλεγε σαφώς:
«Οι ξένες βάσεις δεν έχουν θέση στη χώρα μας, γιατί αντιστρατεύονται την εθνική μας ανεξαρτησία, γιατί δεν προσφέρονται για την άμυνα της χώρας μας σε περιορισμένο τοπικό πόλεμο και γιατί στην περίπτωση παγκόσμιας σύγκρουσης θα οδηγήσουν σε ολοκαύτωμα».
Τον Οκτώβρη του 1982 άρχισαν νέες διαπραγματεύσεις για το καθεστώς των βάσεων, που διάρκεσαν εννέα μήνες, διακόπηκαν δεκάδες φορές, άλλες τόσες δόθηκε η εντύπωση ότι ναυαγούν, μα εν τέλει οδήγησαν σε «αίσιο τέλος», στις 15 Ιούλη 1983. Υπογράφηκε η λεγόμενη συμφωνία απομάκρυνσης των βάσεων.
Από τον Οκτώβρη του 1985, οι Αμερικανοί θέτουν πιεστικά το ερώτημα: Πώς θα ανανεωθεί το καθεστώς των βάσεων μετά το 1988; Και η κυβέρνηση Παπανδρέου, αντί να απαντήσει απλά ότι... δε θα ανανεωθεί, διότι έτσι δεσμεύτηκε απέναντι στον ελληνικό λαό, μπήκε στη διαδικασία της «βήμα προς βήμα» υπαναχώρησης. Αλλωστε, η λεγόμενη για το ΠΑΣΟΚ συμφωνία απομάκρυνσης των βάσεων ήταν συμφωνία παραμονής τους. Το άρθρο 12 ήταν σαφές: «Η συμφωνία αυτή θα τεθεί σε ισχύ όχι αργότερα από τις 31 Δεκεμβρίου 1983, με την ανταλλαγή επιστολών μεταξύ των δύο μερών που θα διευκρινίζουν ότι ρυθμίστηκαν οι αντίστοιχες συνταγματικές τους υποχρεώσεις. Η συμφωνία αυτή μπορεί να τερματιστεί μετά πέντε χρόνια με έγγραφη ειδοποίηση οποιουδήποτε των μερών, η οποία (ειδοποίηση) θα πρέπει να δοθεί πέντε μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία θα λάβει χώρα ο τερματισμός (της συμφωνίας)». «Μπορεί να τερματιστεί» λοιπόν και όχι «τερματίζεται». Η διατύπωση σημαίνει ότι μπορεί και να μην τερματιστεί.
Το Μάρτη του 1986, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζορτζ Σουλτς έρχεται στην Αθήνα και ανακοινώνει ότι πέτυχε μια συμφωνία με τον Έλληνα πρωθυπουργό, να αρχίσουν νέες συνομιλίες ώστε να λυθεί «έγκαιρα, πολύ πριν το Δεκέμβρη του 1988» το θέμα του μέλλοντος των βάσεων.
Και πράγματι για άλλη μια φορά η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με τη συμφωνία που υπέγραψε στα 1983, υποσχόμενη ότι οι βάσεις θα έφευγαν οριστικά, συνέχισε στην ίδια ρότα συνέχισης και ενίσχυσης των ιμπεριαλιστικών θέσεων στην Ελλάδα, στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο.
Έτσι στις 23 Γενάρη του 1987, ο Ανδρέας Παπανδρέου στη Βουλή αναγγέλλει επίσημα την έναρξη νέων διαπραγματεύσεων για τις βάσεις επί μηδενικής βάσης. Ουσιαστικά, όπως είδαμε, οι διαπραγματεύσεις όχι μόνο είχαν ξεκινήσει, αλλά μάλλον υπήρχε και κατ' αρχήν κατάληξη. Στη συνέχεια στις 24 Μάη ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοινώνει ότι το νέο κείμενο που θα προκύψει από τις διαπραγματεύσεις θα μπει στην έγκριση του ελληνικού λαού με δημοψήφισμα. Βεβαίως, μετά η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μπήκε στη δίνη μιας περιόδου που καταγράφηκε στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας ως «περίοδος των σκανδάλων», με προεξάρχον αυτό του Κοσκωτά. Έτσι πέρασαν τα πέντε χρόνια, αλλά πριν περάσουν οι δεκαεφτά μήνες, κυβέρνηση, στις εκλογές του Απρίλη του 1990, αναδεικνύεται η ΝΔ με πρωθυπουργό τον Κ. Μητσοτάκη. Η συμφωνία για την παραμονή των βάσεων, που είχε καταληχθεί ήδη από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν είχαν πέσει ακόμη οι υπογραφές, έγινε τελικό κείμενο συμφωνίας, που την υπέγραψαν στις 8 Ιούλη ο Αντώνης Σαμαράς ως υπουργός Εξωτερικών της ΝΔ και ο Ιωάννης Βαρβιτσιώτης ως υπουργός Αμυνας της ΝΔ και από την πλευρά των ΗΠΑ ο Ντικ Τσένεϊ, σημερινός αντιπρόεδρος και τότε υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ και ο Μάικλ Σωτήρχος, πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα. Το νέο χαρακτηριστικό, η κατ' έτος ανανέωσή της, γεγονός που συνεχίζεται ως τα σήμερα.
Η συμπληρωματική συμφωνία αναβάθμισης
Στις 13 Ιούνη 2001 στις Βρυξέλλες από τους υπουργούς Εξωτερικών, Ελλάδας και ΗΠΑ, Γ. Παπανδρέου και Κ. Πάουελ, υπογράφτηκε στα πλαίσια της ετήσιας ανανέωσης παραμονής των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα, συμπληρωματική συμφωνία με τον τίτλο «Συνολική Τεχνική Συμφωνία μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και ΗΠΑ», που ήρθε προς κύρωση στη Βουλή από την κυβέρνηση. Πρόκειται για τη συμφωνία που καθιερώνει καθεστώς γενικευμένης ετεροδικίας για όλους τους Αμερικανούς (καθεστώς ετεροδικίας υπήρχε και πριν, αλλά τώρα επεκτάθηκε, αφού επεκτάθηκε και η κίνηση των ΑμερικανοΝΑΤΟικών σ' όλη την Ελλάδα, προκειμένου να διευκολύνεται η διεξαγωγή των πολέμων), στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό, που βρίσκονται με κρατική αποστολή στην Ελλάδα.
Η συμφωνία αυτή είναι συμπληρωματική της ισχύουσας συμφωνίας για τις αμερικανικές βάσεις, του 1990 (MDCA). Η συμπληρωματική αυτή συμφωνία καλύπτει εκτός από το προσωπικό των βάσεων και τους Αμερικανούς που υπηρετούν στις ΝΑΤΟικές εγκαταστάσεις και στα ΝΑΤΟικά στρατηγεία στην Ελλάδα και οποιονδήποτε άλλο Αμερικανό πολίτη, στον οποίο θα δίνεται το «χρίσμα» του μέλους της αποστολής.
Με αυτή τη συμπληρωματική συμφωνία τα μέλη οποιουδήποτε είδους κρατικής αποστολής των ΗΠΑ, θα μπορούν να παραβιάζουν τους ελληνικούς νόμους και να διαπράττουν εγκλήματα επί του ελληνικού εδάφους, χωρίς το φόβο της τιμωρίας από τον ελληνικό νόμο.
Η ετεροδικία θεσμοθετείται με την παραίτηση των ελληνικών αρχών από το δικαίωμα άσκησης ποινικής δίωξης κατά των Αμερικανών.
Είναι αυτό ακριβώς το δικαίωμα που οι εργαζόμενοι στις Αμερικανικές βάσεις πολέμησαν σθεναρά, γιατί σε οποιαδήποτε αυθαιρεσία τους οι Αμερικανοί δεν δικάζονταν.
Είναι τα ψιλά γράμματα των συμφωνιών που οι εντολοδόχοι τους γνωρίζουν καλά, αλλά περνάνε «στα ψιλά» χωρίς οι πολίτες να μπορούν να κατανοήσουν το τεράστιο μέγεθος της σοβαρότητάς τους.

Οι βάσεις σήμερα
Οι αμερικανοΝΑΤΟικές βάσεις στη χώρα μας, μετά τις 11 Σεπτέμβρη 2001 τέθηκαν σε ύψιστο βαθμό πολεμικής ετοιμότητας. Ήδη η Ελλάδα με την ενεργοποίηση του άρθρου 5 του ΝΑΤΟ τέθηκε κατ' ουσία σε εμπόλεμη κατάσταση. Να σημειωθεί ακόμα πως για πρώτη φορά τόσο απροκάλυπτα ελληνική κυβέρνηση προσφέρει τις βάσεις και το ελληνικό έδαφος στη διάθεση των Αμερικανών. Σε τέτοια έκταση δεν είχε γίνει ούτε στον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1967.
Οι ΗΠΑ με την έναρξη των βομβαρδισμών κατά του Αφγανιστάν απαίτησαν και τους διατέθηκε ο ελληνικός εναέριος χώρος για τη διέλευση των αεροσκαφών τους, μεταγωγικών και μαχητικών. Άλλωστε η ελληνική κυβέρνηση προσφέρθηκε για κάθε είδους διευκόλυνση και συμμετοχή. Σε πολεμική κινητοποίηση τέθηκαν η αεροναυτική βάση της Σούδας και η βάση του Ακτιου, που αποτελεί προχωρημένη βάση εξόρμησης των ιπταμένων ραντάρ (ΑΒΑΚΣ). Στην υπηρεσία του ΝΑΤΟ και των Αμερικανών τέθηκαν άμεσα και τα ραντάρ της Πολεμικής Αεροπορίας, από τα οποία παρέχεται κατευθείαν εικόνα στα ΝΑΤΟικά επιτελεία μέσω του αεροπορικού στρατηγείου της Νάπολης.
Την ίδια ώρα το ΝΑΤΟικό περιφερειακό στρατηγείο της Λάρισας συμμετείχε ενεργά στην πολεμική κινητοποίηση. Και αυτό ένα είδος ΝΑΤΟικής βάσης είναι.
Σήμερα υπάρχει επίσημα επί του ελληνικού εδάφους μόνο μία αμερικανική βάση, η υπέρ-βάση της Σούδας, όπου έχουν συγκεντρωθεί οι δραστηριότητες και των άλλων αμερικανικών βάσεων που έκλεισαν (Ν. Μάκρη, Ελληνικό, Γούρνες). Η βάση αυτή είναι η μόνη που διέπεται από το καθεστώς της ελληνοαμερικανικής συμφωνίας για τις βάσεις, που μπήκε σε ισχύ το 1990 και συνεχίζει να είναι σε ισχύ και σήμερα με ετήσιες ανανεώσεις.
Η βάση της Σούδας, εξάλλου, εντάσσεται, σύμφωνα με τις πρόσφατες κυβερνητικές δηλώσεις, στις «επιχειρησιακές διευκολύνσεις» που παρέχει η Ελλάδα στα αμερικανικά πολεμικά πλοία και αεροσκάφη τα οποία πήραν μέρος στον πόλεμο του Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Η προσφορά της βάσης της Σούδας στην εξυπηρέτηση των αμερικανικών σχεδίων είναι ιδιαίτερα σημαντική και αναντικατάστατη.
Εξ άλλου ο Χένρι Κίσσιγκερ είχε δηλώσει: «Μπορεί να αποχωρήσουμε από πολλά σημεία του κόσμου, όμως από την Κρήτη δεν πρόκειται να φύγουμε ούτε με πόλεμο».
Η Κρήτη, στην καρδιά της Μεσογείου, προσφέρεται ως το βασικότερο στήριγμα του 6ου Στόλου και άλλων μονάδων για επιχειρήσεις σε οποιαδήποτε κατεύθυνση. Επίσης, η Σούδα συνδέεται επιχειρησιακά με τις αγγλικές βάσεις της Κύπρου και κατέχει στρατηγική θέση στους σχεδιασμούς των Αμερικανών για την ευρύτερη περιοχή. Μαζί δε με τις εγκαταστάσεις των ραντάρ στη Ζήρο της Κρήτης αποτελεί έναν ενιαίο ιστό με τη βάση στο Ιντσιρλίκ της Τουρκίας και τις αμερικανικές βάσεις στη Γερμανία.
Η Σούδα αποτελεί ναυτική και αεροπορική βάση για τις αμερικανικές δυνάμεις, που βρίσκονται στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου. Δεν είναι απλά μια ξένη βάση σε ελληνικό έδαφος, αλλά έχει χαρακτήρα αμερικανικού εδάφους. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο παράρτημα της ελληνοαμερικανικής συμφωνίας υπάρχει συγκεκριμένη διατύπωση, η οποία παρέχει τη δυνατότητα στους Αμερικανούς να αποβιβάζουν στο νησί τμήματα πεζοναυτών, που προορίζονται για επιχειρήσεις στην ευρύτερη περιοχή.
Οι αμερικανο-ΝΑΤΟικές βάσεις στην Ελλάδα και ειδικότερα η βάση της Σούδας, έπαιξαν και συνεχίζουν να παίζουν ρόλο υποστήριξης των πολεμικών επιδρομών κατά λαών της περιοχής. Κατά τον πρόσφατο πόλεμο του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας, η βάση ήταν σε κατάσταση πολεμικής ετοιμότητας και εξυπηρετούσε τις επιχειρησιακές ανάγκες του ΝΑΤΟ, λειτουργώντας είτε ως κατασκοπευτικό είτε ως επιχειρησιακό κέντρο για την εκτέλεση των ΝΑΤΟικών αεροπορικών επιδρομών. Τέτοιο ρόλο έπαιξε και στη διάρκεια των ΝΑΤΟικών βομβαρδισμών κατά των Σέρβων της Βοσνίας, πριν από την επιβολή της συνθήκης του Ντέιτον. Επίσης, και κατά την επιδρομή των ΗΠΑ ενάντια στη Λιβύη το 1986, την περίοδο του Πολέμου των 6 ημερών στη διώρυγα του Σουέζ, κατά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο, το 1973, κατά την περίοδο της επίθεσης στον Περσικό Κόλπο το 1991.
Να θυμίσουμε ακόμα το ρόλο των αμερικανικών βάσεων κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, οι ΗΠΑ από τις βάσεις τους συνέβαλαν στην εξουδετέρωση κάθε ελληνικής αντίδρασης και επομένως στην επιτυχία της εισβολής. Χαρακτηριστικότερη περίπτωση ο αποπροσανατολισμός ελληνικών βομβαρδιστικών που απογειώθηκαν από την Κρήτη και τελικά αναγκάστηκαν να αδειάσουν τις βόμβες τους στη θάλασσα.
Η αμερικανική βάση στο ΄Ακτιο είναι βάση εξόρμησης των ιπταμένων ραντάρ ΑΒΑΚΣ. Χρησιμοποιήθηκαν σε όλη τη διάρκεια της επεμβατικής πολιτικής των Αμερικανονατοϊκών στην περιοχή της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Διοχέτευαν συνεχείς πληροφορίες για την κατάσταση όλων των εμπλεκομένων στους απανωτούς πολέμους που οδήγησαν στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
Της Δέσποινας Κουρουπάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου